Μεγάλωσα σε επαρχιακή πόλη και αγάπησα τη γαλλική κουλτούρα χάρη στις δράσεις του παραρτήματος του Γαλλικού Ινστιτούτου.
Πιθανά, αντίστοιχα στο εξωτερικό Ινστιτούτα Ελληνικού Πολιτισμού να αποτελούν ένα ισχυρό μέσο διάδοσης του πολιτισμού μας και άρα μια καλή επένδυση για τον τουρισμό μας.
Αυτή η ιδέα μου «κατέβηκε» διαβάζοντας το παρακάτω άρθρο της Ρίτσας Μασούρα στην Καθημερινή 19.08
Όταν το άκουσα, εντυπωσιάστηκα. Σε εποχές έκπτωσης των ανθρωπιστικών και των κλασικών σπουδών με σχεδόν βίαιη στροφή προς την «εξειδικευμένη» τεχνολογική και τεχνική εξειδίκευση, η απόφαση των διευθυντών τριών σχολείων της πόλης της Οξφόρδης να εντάξουν από το Σεπτέμβριο στη διδακτέα ύλη το μάθημα των Αρχαίων Ελληνικών προκαλεί σκιρτήματα αναθάρρησης. Όχι βέβαια με τάσεις αρχαιολατρικής προσήλωσης, ούτε με προγονικές φαντασιώσεις. Αλλά με την έννοια της αναγνώρισης της σπουδαιότητας της αρχαίας ελληνικής γλώσσας και της παιδείας που την περιβάλλει ανά τους αιώνες.
Εμείς, συνήθως, παραμένουμε θεατές τέτοιων γεγονότων. Θυμίζουμε λίγο το «life passing in front of my iPhone». Κολακευόμαστε ίσως, νιώθουμε στιγμιαία την πικρή ανεκπλήρωτη ηδονή κι ύστερα απολαμβάνουμε την αλγεινή απομόνωση των καιρών. Υπάρχουν βεβαίως και οι κυνικοί. Αυτοί που διατυμπανίζουν ότι οι «Ευρωπαίοι κουτόφραγκοι» χάνουν τον καιρό τους ασχολούμενοι με περίπλοκες καταβυθίσεις. Οτιδήποτε παλιό δεν αποκτά υπεραξία λόγω της πατίνας του χρόνου, ισχυρίζονται. Σωστά; Δεν ξέρω. Πώς να απαντήσω, άλλωστε, όταν ζω σε μια χώρα όπου συμβιώνουμε χωρίς μεγάλες ψυχικές και πνευματικές δαπάνες και δεκάδες θέματα αντιμετωπίζονται με πρωτοφανή επιπολαιότητα;
Κι έτσι καθώς ήμουν ενθαρρυμένη με την πρωτοβουλία των δασκάλων της Οξφόρδης, απόθεσα τη σκέψη μου στη δικαιολογημένη γκρίνια των ομογενών μας που ζητούν από το ελληνικό κράτος την ίδρυση επιπλέον ελληνικών μειονοτικών σχολείων. Για τη διδασκαλία, όμως, ποιων; Παιδιών τρίτης και τέταρτης γενιάς που ίσως έχουν αποκοπεί από την ελληνική κουλτούρα και πολλές φορές διαμορφώνουν μέσα τους την εικόνα που οι παππούδες τους έχουν για την Ελλάδα. Μια άλλη Ελλάδα. Μήπως, επομένως, θα ήταν προτιμότερο να διατεθούν κονδύλια για τη δημιουργία σε μεγάλες ευρωπαϊκές και αμερικανικές πόλεις ελληνικών ινστιτούτων, αντίστοιχων του Γκαίτε, του Γαλλικού ή της ελληνοαμερικανικής ένωσης; Να λειτουργούσε, ας πούμε, στο Βερολίνο ένα αντίστοιχο με το Γκαίτε ινστιτούτο, με την ονομασία Σεφέρης ή Πλάτων… όπου ο Γερμανός πολίτης θα ήταν αυτός που θα αποκτούσε πρόσβαση στον ελληνικό κλασικό πολιτισμό και παράλληλα μαζί με τον Έλληνα θα συμμετείχε στην εκμάθηση της αρχαίας ελληνικής γλώσσας.
Ας το καταλάβουμε. Δεν αρκεί μόνον η διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας που για τη Ζακελίν Ρομιγί διαθέτει το χάρισμα της περιεκτικότητας, της σαφήνειας, της λακωνικότητας και της καλλιέπειας.
Πρέπει να ενδιαφερθούμε για τη διάδοση του ελληνικού πολιτισμού, τη διάδοση των ιδεών των αρχαίων προγόνων και τη γνωριμία της διεθνούς κοινότητας με τον σύγχρονο ελληνικό πολιτισμό. Εχουμε, μεταξύ πολλών άλλων, δύο Νομπέλ, έναν Καβάφη… ακόμη και τη γενιά του ’30.
Θα προτιμούσα, όμως, να κλείσω με τον διάλογο του Γκαίτε με τους μαθητές του : -Δάσκαλε τι να διαβάσουμε για να γίνουμε σοφοί όπως εσύ; -Τους Έλληνες κλασικούς. -Και όταν τελειώσουμε τους Έλληνες κλασικούς τι να διαβάσουμε; -Πάλι τους Έλληνες κλασικούς.
Φοίβη Λεωνή
Πηγή: www.greektourismblog.com
Πιθανά, αντίστοιχα στο εξωτερικό Ινστιτούτα Ελληνικού Πολιτισμού να αποτελούν ένα ισχυρό μέσο διάδοσης του πολιτισμού μας και άρα μια καλή επένδυση για τον τουρισμό μας.
Αυτή η ιδέα μου «κατέβηκε» διαβάζοντας το παρακάτω άρθρο της Ρίτσας Μασούρα στην Καθημερινή 19.08
Όταν το άκουσα, εντυπωσιάστηκα. Σε εποχές έκπτωσης των ανθρωπιστικών και των κλασικών σπουδών με σχεδόν βίαιη στροφή προς την «εξειδικευμένη» τεχνολογική και τεχνική εξειδίκευση, η απόφαση των διευθυντών τριών σχολείων της πόλης της Οξφόρδης να εντάξουν από το Σεπτέμβριο στη διδακτέα ύλη το μάθημα των Αρχαίων Ελληνικών προκαλεί σκιρτήματα αναθάρρησης. Όχι βέβαια με τάσεις αρχαιολατρικής προσήλωσης, ούτε με προγονικές φαντασιώσεις. Αλλά με την έννοια της αναγνώρισης της σπουδαιότητας της αρχαίας ελληνικής γλώσσας και της παιδείας που την περιβάλλει ανά τους αιώνες.
Εμείς, συνήθως, παραμένουμε θεατές τέτοιων γεγονότων. Θυμίζουμε λίγο το «life passing in front of my iPhone». Κολακευόμαστε ίσως, νιώθουμε στιγμιαία την πικρή ανεκπλήρωτη ηδονή κι ύστερα απολαμβάνουμε την αλγεινή απομόνωση των καιρών. Υπάρχουν βεβαίως και οι κυνικοί. Αυτοί που διατυμπανίζουν ότι οι «Ευρωπαίοι κουτόφραγκοι» χάνουν τον καιρό τους ασχολούμενοι με περίπλοκες καταβυθίσεις. Οτιδήποτε παλιό δεν αποκτά υπεραξία λόγω της πατίνας του χρόνου, ισχυρίζονται. Σωστά; Δεν ξέρω. Πώς να απαντήσω, άλλωστε, όταν ζω σε μια χώρα όπου συμβιώνουμε χωρίς μεγάλες ψυχικές και πνευματικές δαπάνες και δεκάδες θέματα αντιμετωπίζονται με πρωτοφανή επιπολαιότητα;
Κι έτσι καθώς ήμουν ενθαρρυμένη με την πρωτοβουλία των δασκάλων της Οξφόρδης, απόθεσα τη σκέψη μου στη δικαιολογημένη γκρίνια των ομογενών μας που ζητούν από το ελληνικό κράτος την ίδρυση επιπλέον ελληνικών μειονοτικών σχολείων. Για τη διδασκαλία, όμως, ποιων; Παιδιών τρίτης και τέταρτης γενιάς που ίσως έχουν αποκοπεί από την ελληνική κουλτούρα και πολλές φορές διαμορφώνουν μέσα τους την εικόνα που οι παππούδες τους έχουν για την Ελλάδα. Μια άλλη Ελλάδα. Μήπως, επομένως, θα ήταν προτιμότερο να διατεθούν κονδύλια για τη δημιουργία σε μεγάλες ευρωπαϊκές και αμερικανικές πόλεις ελληνικών ινστιτούτων, αντίστοιχων του Γκαίτε, του Γαλλικού ή της ελληνοαμερικανικής ένωσης; Να λειτουργούσε, ας πούμε, στο Βερολίνο ένα αντίστοιχο με το Γκαίτε ινστιτούτο, με την ονομασία Σεφέρης ή Πλάτων… όπου ο Γερμανός πολίτης θα ήταν αυτός που θα αποκτούσε πρόσβαση στον ελληνικό κλασικό πολιτισμό και παράλληλα μαζί με τον Έλληνα θα συμμετείχε στην εκμάθηση της αρχαίας ελληνικής γλώσσας.
Ας το καταλάβουμε. Δεν αρκεί μόνον η διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας που για τη Ζακελίν Ρομιγί διαθέτει το χάρισμα της περιεκτικότητας, της σαφήνειας, της λακωνικότητας και της καλλιέπειας.
Πρέπει να ενδιαφερθούμε για τη διάδοση του ελληνικού πολιτισμού, τη διάδοση των ιδεών των αρχαίων προγόνων και τη γνωριμία της διεθνούς κοινότητας με τον σύγχρονο ελληνικό πολιτισμό. Εχουμε, μεταξύ πολλών άλλων, δύο Νομπέλ, έναν Καβάφη… ακόμη και τη γενιά του ’30.
Θα προτιμούσα, όμως, να κλείσω με τον διάλογο του Γκαίτε με τους μαθητές του : -Δάσκαλε τι να διαβάσουμε για να γίνουμε σοφοί όπως εσύ; -Τους Έλληνες κλασικούς. -Και όταν τελειώσουμε τους Έλληνες κλασικούς τι να διαβάσουμε; -Πάλι τους Έλληνες κλασικούς.
Φοίβη Λεωνή
Πηγή: www.greektourismblog.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου